- παλαιοτάτου
- παλαιόςold in yearsmasc/neut gen superl sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Janus Cornarius — (b. circa 1500, d. March 16, 1558) was a Saxon humanist [Carmélia Opsomer and Robert Halleux, “Marcellus ou le mythe empirique,” in Les écoles médicales à Rome. Actes du 2ème Colloque international sur les textes médicaux latins antiques,… … Wikipedia
CORINTHUS — I. CORINTHUS Iovis filius, Rex Corinthi: unde Proverbium natum, Iovis Corinthus, de iis qui acriter minantur et postea graviter mulctantur. Megara est colonia Corinthiorum, quae ob potentiam urbi maiori omnem honorem habuit et obedivit. Sed cum… … Hofmann J. Lexicon universale
καρδιά — Μυώδες κοίλο όργανο με τέσσερις χώρους, η λειτουργία του οποίου είναι θεμελιώδης για την κυκλοφορία του αίματος, καθώς παραλαμβάνει το αίμα από τις φλέβες και ως αντλία το τροφοδοτεί στις αρτηρίες. Η κ. του ανθρώπου βρίσκεται στο πρόσθιο μέσο… … Dictionary of Greek
καριοφίλι — το είδος παλαιότατου μακρύκαννου εμπροσθογεμούς τουφεκιού που τό πυροδοτούσαν με πυριτόλιθο. [ΕΤΥΜΟΛ. < την ονομ. τού ιταλ. εργοστασίου όπλων Carlo efiglio] … Dictionary of Greek